Η δεξιότητα των δεξιοτήτων

o kipos

Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από το βιβλίο του Tim Ingold, ανθρωπολόγου, “Η Αντίληψη του Περιβάλλοντος” (τίτλος πρωτοτύπου The Perception of the Environment), εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα (2000:236-237).

[…] Για αυτούς τους κατοίκους των κοιλάδων που βρίσκονται ανάμεσα στα βουνά, η ροή του νερού σε ένα ποτάμι ή ρυάκι είναι τόσο οικεία εμπειρία όσο και η κίνηση των χεριών στο πλέξιμο θηλιών. Τώρα, φαίνεται λογικό να υποθέσουμε, παρομοίως, ότι το πουλί υφαντής έχει την ίδια “αίσθηση” ρευμάτων του αέρα, ενώ πετά, με αυτή των υλικών για την κατασκευή φωλιάς ενώ χτίζει με το ράμφος του. Ωστόσο, αυτό που δεν κάνει το πτηνό, από όσο γνωρίζουμε, είναι να συνδέει αυτά τα διαφορετικά νήματα αντίληψης και δράσης. Αν τα πτηνά ήταν άνθρωποι, θα έλεγαν ότι καλός υφαντής είναι αυτός του οποίου το ράμφος μοιάζει να “πετά”, όπως ακριβώς τα μέλη της φυλής Telefol λένε ότι ο επιδέξιος δημιουργός θηλιών είναι αυτός του οποίου τα χέρια “γλιστρούν”. Όμως δεν το κάνουν αυτό. Φαίνεται ότι τα ανθρώπινα όντα διαφέρουν από τα άλλα ζώα στο ότι είναι περιέργως σε θέση να θεωρούν τα πολλαπλά νήματα της εμπειρίας ως υλικό για περαιτέρω πράξεις ύφανσης και δημιουργίας θηλιών, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο περίπλοκα μοτίβα μεταφορικής σύνδεσης. Αυτή η συνύφανση της εμπειρίας κατά κανόνα διενεργείται στο ιδίωμα της ομιλίας, όπως στην αφήγηση ιστοριών, και τα μοτίβα που δημιουργεί είναι ισοδύναμα με αυτό που οι ανθρωπολόγοι έχουν συνηθίσει να αποκαλούν “πολιτισμό”.

Ωστόσο, αυτή η αντίληψη του πολιτισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει ένα σύστημα εγγενών κανόνων ή σχημάτων, μέσω των οποίων ο νους κατασκευάζει αναπαραστάσεις του εξωτερικού κόσμου από τα δεδομένα των σωματικών αισθήσεων, ούτε η ομιλία μπορεί να θεωρηθεί απλώς ως όχημα έκφρασης αυτών των νοητικών αναπαραστάσεων. Όσο οι ομιλητές δεν “χρησιμοποιούν” τη φωνή τους, όπως υποστήριζε ο Πλάτωνας, ως απλό όργανο μιας βασισμένης στη γλώσσα ευφυΐας, άλλο τόσο δεν “βγάζουν” νόημα επιβάλλοντας τα προϋπάρχοντα σχέδιά τους πάνω στην πρώτη ύλη της εμπειρίας. Μάλλον, στην ομιλία, η φωνή ενσωματώνεται σε μια ροή αισθητήριας δραστηριότητας – δηλαδή, αφηγηματικής εκτέλεσης – από την οποία, καθώς ξεδιπλώνεται, γεννώνται διαρκώς μορφές και νοήματα. Επειδή η ίδια η ομιλία αποτελεί μια μορφή επιδέξιας πρακτικής και ως τέτοια εμφανίζει όλες τις γενικές ιδιότητες της επιδεξιότητας στις οποίες έχω ήδη επιστήσει την προσοχή. Όπως οποιαδήποτε άλλη επιδεξιότητα, η ομιλία αναπτύσσεται παράλληλα με την ανάπτυξη του οργανισμού, ανταποκρίνεται διαρκώς στις αλλαγές στο αντιληπτό περιβάλλον και μαθαίνεται μέσω επαναλαμβανόμενων πρακτικών δοκιμών εντός κοινωνικά κατασκευασμένων πλαισίων. Πάνω απ’ όλα, δεν μπορεί να αναχθεί στη μηχανική εκτέλεση ενός συστήματος που διέπεται από κανόνες ή “γραμματική”. Όμως, η ομιλία δεν είναι συνηθισμένη δεξιότητα. Συνυφαίνοντας, στην αφήγηση, τα πολλαπλά νήματα δράσης και αντίληψης που χαρακτηρίζουν διαφορετικά καθήκοντα και περιστάσεις, λειτουργεί, αν θέλετε, ως η δεξιότητα των δεξιοτήτων. Και αν αναρωτιόμασταν που εντοπίζεται ο πολιτισμός, η απάντηση δεν θα ήταν σε κάποιο ασαφή τομέα συμβολικού νοήματος, που πλανάται μακριά από την “απτή” πραγματικότητα της ζωής, αλλά στην υφή και το μοτίβο της ίδιας της ύφανσης. […]