Ο Κήπος γεννήθηκε ως ιδέα κάποια στιγμή στις αρχές της δεκαετίας του 2000, καθώς σταδιακά μεταφέραμε δραστηριότητες σχετικές με την ψυχική υγεία, την κοινωνική-πολιτισμική εμψύχωση ή την ενδυνάμωση ομάδων από τους τέσσερις τοίχους έξω στη φύση: σε κήπους, στο ρου των ποταμών, στο μονοπάτι ενός βουνού.
Παρατηρούσαμε τότε, ότι κάθε φορά που επιτρέπαμε στη φύση να συνυπάρξει όχι ως υπόβαθρο των δράσεών μας, αλλά ως συνομιλήτρια, κάτι βαθύτερο άλλαζε εντός των ομάδων ή/ και των ατόμων.
Ο Κήπος ξεκινά από μία σειρά πολλαπλών διαπιστώσεων:
- Είναι αδύνατο να εργαστεί κανείς με άτομα, αν δεν εργαστεί παράλληλα και με τις κοινότητές τους. Οι κοινότητες αυτές δεν αφορούν μόνο άλλους ανθρώπους, αλλά και μη ανθρώπους. Δηλαδή κάθε έμβιο ον. Ζούμε σε πολυφωνικούς κόσμους, οι οποίοι αλληλοεμπλέκονται κι αλληλοδιαμορφώνονται δημιουργικά ανά πάσα στιγμή.
- Η εργασία με τις κοινότητες αποτελεί την καλύτερη μορφή πρόληψης. Όσο πιο ανοιχτές είναι οι κοινότητες αυτές στο να αποδεχθούν την εσωτερική τους διαφορετικότητα, αλλά και τη διαφορετικότητα του περίγυρού τους, τόσο πιο δημιουργικά αντιπαρέρχονται δυσκολίες και προκλήσεις. Τόσο πλουσιότερος καθίσταται ο κοινός βίος.
- Κανένας άνθρωπος, κανένα έμβιο ον δεν μπορεί να ευδοκιμήσει ατομικά. Μια καλή ζωή, μια ζωή αξιοβίωτη, προϋποθέτει επίγνωση της αλληλοσύνδεσης μεταξύ μας. Κι ενώ οι συστημικές θεραπείες τουλάχιστον, προσεγγίζουν την ψυχοθεραπευτική διαδικασία, ως μια διεργασία που έμμεσα ή άμεσα ενσωματώνει τον άνθρωπο στα κοινωνικά συστήματα, συχνά ξεχνούν μία επιπλέον παράμετρο: τα τελευταία δεν αναπτύσσονται σε κενό αέρος, αλλά σε συγκεκριμένους τόπους, γεωγραφίες, καιρικά συστήματα και ούτω καθεξής. Οι γεωγραφίες, οι καιροί, τα άλλα όντα που κατοικούν δάση, λίμνες, θάλασσες, ποταμούς και αέρα εμπλουτίζουν τα ήθη και τα έθιμά μας, τις καθημερινές μας συνήθειες, τους τρόπους με τους οποίους αντικρύζουμε κι αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και άρα κατά προέκταση τους εαυτούς μας. Κατά μία έννοια δε ζούμε απλώς στη φύση, είμαστε η φύση.
- Η φύση, όπως και η τέχνη, αναπτύσσονται συχνά “εκτός σχεδίου”, υπερβαίνοντας τις προθέσεις μας, ακολουθώντας ένα δικό τους ρυθμό, επιτρέποντας ν’ αναδυθεί το απροσδόκητο και άρα δίνοντας χώρο για πολλαπλές, ανοιχτές ταυτίσεις, ρευστές στο χώρο και το χρόνο. Το να μπορεί κανείς ν’ ακολουθεί το απροσδόκητο είναι μεγάλο δώρο: ο εαυτός, η κοινότητα, ο κόσμος διευρύνονται.
- Κάθε φορά που επιδιώκουμε να καταλάβουμε τον εαυτό μας (ή τον κόσμο ή τον κόσμο εντός του εαυτού μας ή τον εαυτό μας ως κόσμο), η φύση όπως και η τέχνη δίνουν χώρο στο διάλογο – λεκτικό ή μη λεκτικό. Η έννοια του διαλόγου, είναι κεντρική σε κάθε μορφής θεραπεία: ως διάλογος με την ψυχή, με το σώμα, με άλλους ανθρώπους, με κάθε τι έμβιο.
- Καμμία θεραπευτική προσέγγιση δεν μπορεί να θεωρείται ολοκληρωμένη, όσο δεν εμπεριέχει το στοιχείο της πρόληψης. Η πρόληψη δεν αφορά απαραίτητα ατομικές στάσεις ζωής ή κοινωνικές παρεμβάσεις, αλλά πάνω απ’ όλα τρόπους να ζούμε.
- Η πρόληψη συνδέεται με την ευημερία ατόμων και κοινοτήτων. Η ευημερία αυτή δεν έχει να κάνει τόσο με τις οικονομικές απολαβές, όσο με την αίσθηση ότι μπορεί κανείς να πραγματοποιήσει το δυναμικό του, ότι οι βασικές του ανάγκες καλύπτονται, ότι έχει πρόσβαση σε ένα δίκτυο σχέσεων χαρακτηριζόμενων από αμοιβαιότητα, φροντίδα και αλληλεγγύη. Το ευ ζην, η καλή ζωή δηλαδή, είναι εφικτό μόνο όταν ευημερούν άτομα και κοινότητες.
- Τόσο η έννοια της θεραπείας, όσο και της πρόληψης οφείλουν να συμπεριλαμβάνουν νου, ψυχή και σώμα. Ζούμε στον κόσμο αυτό και με το σώμα μας, όχι μόνο με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Κάθε απόπειρα να προσεγγίσει κανείς το σώμα, το πνεύμα ή την ψυχή ως ξέχωρες ενότητες είναι καταδικασμένη να αποτύχει, καθώς τα τρία αυτά αλληλοεμπλέκονται, αλληλοπροσδιορίζονται, αλληλοσυνδέονται. Επίσης, κάθε μορφή αυτογνωσίας, οφείλει να συμπεριλαμβάνει το σώμα, αλλά και τον κόσμο, προκειμένου να λειτουργεί ως πρόληψη για τη σωματική, ψυχική και πνευματική ευζωΐα ατόμων και κοινοτήτων.
Ο Κήπος εστιάζει στο μικρό και το μεγάλο, αναζητά την αυτογνωσία στη φύση και την τέχνη, επιδιώκει την αλλαγή θέσης και θέασης, προσκαλεί σε διάλογο άτομα και κοινότητες, ζωγραφίζει με τα πεσμένα φύλλα του φθινοπώρου, προσκαλεί το νερό ν’ αφηγηθεί ιστορίες, ιχνηλατεί την πορεία των χιονονιφάδων το χειμώνα κι εμπνέεται απ’ την πολυχρωμία των λουλουδιών που ανθίζουν την άνοιξη ή τη μεστή μυρωδιά των καλοκαιρινών καρπών.